Κοχλίδι

Η λέξη κοχλίδι ή χολίδι, πληθυντικός κοχλίδα, προέρχεται από το αρχαίο ουσιαστικό κοχλίδιον και σημαίνει το σαλιγκάρι.

Τρίτη 25 Μαΐου 2010

Σαλιγκάρι ετυμολογία & πως αλλιώς συναντάται

Ετυμολογία λέξης:
σαλιγκάρι < αβέβαιη ετυμολογία· πιθανώς μεσαιωνική ελληνική σαλίγκας < σάλιαγκας < σάλιακας < σιαλικός, που αναφέρεται στο σάλιο

Συναντάται & ως:
  • Κοχλίας: εκ του «κάλχη» [«καλχαίνω»= κάνω κάτι πορφυρό. Μεταφορικά «καλχαίνω»= σκέπτομαι ή εξετάζω σε βάθος κάτι ( εξ ου Κάλχας, μάντης των Αχαιών)].
Μπαμπινιώτης: κοχλιών— σαλιγκάρι, κόχλος που συγγενεύει με κόγχη Ινδοευρωπα­ϊκού ετύμου konkho= κοχύλι.
  • Χοχλίος (στην Κρητική διάλεκτο)
  • Κοχλίδι (στην Ποντιακή διάλεκτο)
  • Καράολος (στην Κυπριακή διάλεκτο)
  • Escargot (στα Γαλλικά)
  • Snail (στα Αγγλικά)
  • Caracol (στα Ισπανικά)